21 Οκτωβρίου 2013

Για την παρέμβαση της ΠΑΑΣ στα συνδικάτα

Είναι αλήθεια ότι οι δυνάμεις της ΠΑΑΣ δεν έχουν δοκιμαστεί ακόμα στην παρέμβασή τους στα συνδικάτα. Ακόμα και σε χώρους που υπάρχουν σχετικά συγκεντρωμένες δυνάμεις (εκπαιδευτικοί), δεν έχει υπάρξει ο καλύτερος συντονισμός ούτε και έχει ανοίξει με τον καλύτερο τρόπο η δημόσια συζήτηση για το ζήτημα αυτό. Το σύντομο σχόλιο που ακολουθεί έχει ακριβώς έναν τέτοιο στόχο. Να ανοίξει τη συζήτηση πάνω σε ένα κρίσιμο (ίσως το πιο κρίσιμο) ζήτημα που σχετίζεται με την ταξική πάλη στη χώρα. Αυτό αφορά και το τρόπο παρέμβασης των δυνάμεων της ΠΑΑΣ στους χώρους δουλειάς και τη στάση μας απέναντι στο ζήτημα της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων.
Ας ξεκινήσουμε με μερικές διαπιστώσεις:

1. Η συγκρότηση των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς αποτελεί τη βάση, το προαπαιτούμενο για το οποιοδήποτε πολιτικό σχέδιο. Πάνω σε αυτήν διαπιστώνονται ταξικές μετατοπίσεις, ταξικοί συσχετισμοί, πολιτικές, ιδεολογικές και οργανωτικές αναγκαιότητες. Πάνω σε αυτήν δοκιμάζονται πολιτικές ιεραρχήσεις και στόχοι.
2. Η ιδεολογική και πολιτική αποσυγκρότηση της εργατικής τάξης έχει άμεση σχέση με την οργανωτική της αποσυγκρότηση. Η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα δεν είναι συνδικαλισμένη. Ενώ τα σωματεία που υπάρχουν στον ιδιωτικό αλλά και στο δημόσιο τομέα είναι άμαζα ή υπό διωγμό. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων λίγο απέχει από το να είναι σωματεία σφραγίδες. Η κατάσταση αυτή φωτογραφίζει (όχι ασφαλώς ισοπεδωτικά με ενιαίο τρόπο) σωματεία που –ακόμα- ελέγχουν κυβερνητικές δυνάμεις αλλά και σωματεία που ελέγχουν ή έχουν μεγάλη παρουσία δυνάμεις της αριστεράς (σωματεία του ΠΑΜΕ) ή ακόμα και εξωκοινοβουλευτικές (π.χ στην ΟΛΜΕ).
3. Πολιτική βάση αυτής της κατάστασης αποτελεί το γεγονός ότι ο συνδικαλισμός που είχαμε αντιστοιχούσε στην εποχή της σοσιαλδημοκρατίας: ήταν ένας συνδικαλισμός των «κοινωνικών συμβολαίων», δηλαδή της συνδιοίκησης, της ταξικής συνεργασίας, του λεγόμενου κοινωνικού διαλόγου των θυτών με τα θύματα, των επιτροπών ΟΚΕ. Αυτός ο συνδικαλισμός πάταγε πάνω στη συνεννόηση του συστήματος με τις ηγεσίες των συνδικάτων στη βάση μιας συμφωνίας «δε θα σας ξετινάξουμε και εσείς θα προσφέρετε την αδράνεια και την αποσυγκρότηση των εργαζομένων». Αυτά, όμως, έχουν τελειώσει στην εποχή της καπιταλιστικής κρίσης και της παρόξυνσης της επίθεσης.
4. Παρόλα αυτά, παρά την ανυποληψία και τη διάλυση των συνδικάτων, οι εργαζόμενοι συνεχίζουν να καταφεύγουν σε αυτά, σε στιγμές μέτρων κορύφωσης της επίθεσης (απολύσεις, μακρόχρονη μη καταβολή δεδουλευμένων κλπ).
Με βάση τις παραπάνω τηλεγραφικές διαπιστώσεις και όσες προκύψουν μέσα από την ανάπτυξη του διαλόγου, θα πρέπει να προσεγγίσουμε έστω σε επίπεδο γενικών αρχών τον τρόπο παρέμβασής μας στους εργασιακούς χώρους.

Να αποφύγουμε από τη μία το συνδικαλιστικό λεγκαλισμό της θεοποίησης των οργάνων και από την άλλη τον αριστερισμό του «έξω από τα συνδικάτα»
Η παρέμβαση των δυνάμεων της ΠΑΑΣ στους εργασιακούς χώρους πρέπει να κινείται στις παρακάτω αρχές:
της ισχυροποίησης μιας ταξικής γραμμής που θα προσπαθεί να ξεκαθαρίζει ότι μόνη διέξοδος είναι η ένταση και η πολιτικοποίηση των αγώνων,
της ενίσχυσης της πιο πλατιάς συμμετοχής εργαζομένων στην κατεύθυνση της αντίστασης στην εργασιακή βαρβαρότητα,
της επιδίωξης ενεργητικής συμμετοχής των εργαζομένων κόντρα σε λογικές ανάθεσης και επένδυσης σε κοινοβουλευτικές αυταπάτες,
του ξεκαθαρίσματος του ρόλου του αστικού κράτους και της κάθετης αντιπαράθεσης σε λογικές συνδιαχείρισης και συνυπευθυνότητας,
της διερεύνησης και αποκάλυψης των συνεπειών της εξάρτησης της χώρας στα μικρά ζητήματα της καθημερινής ζωής των εργαζομένων,
της προσπάθειας να εκφράζεται σε κάθε σωματείο το πιο κάτω, το πιο χτυπημένο κομμάτι του κάθε κλάδου.
Οπου υπάρχουν πρωτοβάθμια σωματεία, πρέπει να θεωρείται δεδομένη η συμμετοχή σε αυτά υπηρετώντας την κατεύθυνση του ζωντανέματός τους. Το πρόβλημα των συνδικάτων είναι πρόβλημα πολιτικό και δε λύνεται με τεχνητούς διαχωρισμούς και με αποχώρησή μας από αυτά. Παρεμβαίνουμε με ένταση στα συνδικάτα που υπάρχουν και που –έστω και συγκυριακά- συσπειρώνουν εργαζομένους.
Από την άλλη, είναι εξίσου λάθος η υποταγή σε έναν συνδικαλιστικό λεγκαλισμό, σε μια θεοποίηση του υποτιθέμενου οργανωμένου εργατικού κινήματος, το οποίο μπορεί να είναι οργανωμένο σε επίπεδο σφραγίδων αλλά δεν μπορεί πολιτικά να ανταπεξέλθει στις ανάγκες της πραγματικής ζωής, είναι δηλαδή πρακτικά εντελώς ανοργάνωτο και σε πολλές περιπτώσεις εκφυλισμένο από το ρεφορμισμό, τον παραγοντισμό και την ταξική συνεργασία. Κάθε στιγμή πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας την ανάληψη πλατιών πρωτοβουλιών βάσης, που θα υπηρετήσουν την ανάγκη οργάνωσης των αγώνων, που θα βρίσκονται μπροστά και όχι πίσω από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, που θα είναι ενάντια σε αυτές όταν χρειάζεται. Αυτή, άλλωστε, είναι και η πιο πραγματική στήριξη της πραγματικής έννοιας του πρωτοβάθμιου σωματείου. Τέτοιες κινήσεις δεν πρέπει να μπερδεύονται με παραταξιακές περιχαρακώσεις ή με εκδοχές διάσπασης των σωματείων.
Σε χώρους που δεν υπάρχουν σωματεία, αποτελεί επιδίωξη πρώτης γραμμής η προσπάθεια συγκρότησής τους ακόμα και με ενδιάμεσους σταθμούς τη συγκρότηση επιτροπών αγώνα ή αντίστοιχης μορφής συλλογικοτήτων που θα λαμβάνουν υπόψη τους το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης και το συσχετισμό με την εργοδοσία στον κάθε χώρο. Με άλλα λόγια, δεν πρέπει να είναι έξω από το μυαλό μας ότι κάποια πρώτα βήματα σε μερικούς εργασιακούς χώρους ίσως πρέπει να γίνουν με προφυλάξεις από την εργοδοσία, οι οποίες θα εξυπηρετούν τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα της δουλειάς.
Σε κάθε περίπτωση, έχουμε να βαδίσουμε σε δύσκολα μονοπάτια. Δεν πρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι σε μια λογική να συνεχίσουμε να κάνουμε τη δουλειά όπως την ξέρουμε. Δεν πρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι με βροχές συνδικαλιστικών ψήφων όταν αυτές δεν αντιστοιχίζονται σε ανώτερο επίπεδο οργάνωσης και αγώνων. Και σίγουρα δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι όταν απλώς αναπαράγουμε τους εαυτούς μας, γιατί κάτι τέτοιο είναι έξω από τις επείγουσες ανάγκες της εποχής.
Ας ξεκινήσει, λοιπόν, η δράση. Και μαζί με αυτή, ας ανοίξει και ο διάλογος!

Πάνος Χουντής